Πρόσφατα, Έλληνας στρατηγός έγραψε για τον πόλεμο στην Ουκρανία πως «Δεν αρκεί να καταδικάσεις τη ρωσική εισβολή, να αναφέρεις ότι πρόκειται για παραβίαση διεθνούς δικαίου, να δηλώσεις την αλληλεγγύη σου στον ουκρανικό λαό. Όταν κάποιος αναλύει τη ρωσο-ουκρανική κρίση απαιτείται και πιστοποιητικό αντι-ρωσικών φρονημάτων»*.
Ο αντιστράτηγος ε.α. Λάμπρος Τζούμης σχολιάζοντας το πολιτικό κλίμα στην Ελλάδα, καταγγέλλει εκείνους που «στρέφουν τα βέλη τους εναντίον όσων -κυρίως αξιωματικών- εκφράζουν άποψη» για την κρίση στην Ουκρανία –και «όσων δεν εκφράζουν την άποψη: “Είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας” εκτοξεύοντας απειλές περί “φιλοπουτινισμού” και “αντιδυτικισμό”». Ο διακεκριμένος στρατηγός έκανε μάλιστα λόγο για «μακαρθισμό» στην Ελλάδα «που κάνει πάρτι!».
Ενώ στην Ελλάδα, παρατηρείται τέτοιο κλίμα, κατά παράδοξο τρόπο, θα δούμε ότι στις ΗΠΑ -ήδη από την δεκαετία του 1990- ακόμα και σημαίνοντες αξιωματούχοι καταδεικνύουν ότι η «σωστή πλευρά της Ιστορίας» έχει κάνει σοβαρά λάθη στην Ανατολική Ευρώπη και Ουκρανία, προβλέποντας μάλιστα τις σημερινές βίαιες ρωσικές αντιδράσεις λόγω των απειλητικών κινήσεων ΗΠΑ-ΕΕ-ΝΑΤΟ.
Μπροστάρης, αυτών των αναλυτών ήταν ο άνθρωπος που επηρέασε την αμερικανική εξωτερική πολιτική -με το περίφημο δόγμα ανάσχεσης- έναντι της ΕΣΣΔ, ήδη από τη δεκαετία του 1940 ενώ υπηρέτησε και ως πρέσβης στην ΕΣΣΔ: Ο Τζορτζ Κένναν. Θεωρείται ένας εκ των πέντε σοφών της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και –σύμφωνα με τον δημοσιογράφο Thomas Friedman- «αναμφισβήτητα ο μεγαλύτερος εμπειρογνώμονας των ΗΠΑ για τη Ρωσία».
«Το μοιραίο λάθος»
Όλα ξεκίνησαν τη δεκαετία του 1990, όταν η κυβέρνηση Κλίντον άρχισε να σπρώχνει το NATO στα ρωσικά σύνορα με fast-track διαδικασίες. Τότε, αρχές 1997, ο οργισμένος 91χρονος πλέον Κένναν παρενέβη με άρθρο στους New York Times με τίτλο «Ένα μοιραίο λάθος»:
«Να το πούμε ωμά… η επέκταση του ΝΑΤΟ θα ήταν το πιο μοιραίο λάθος της αμερικανικής πολιτικής σε ολόκληρη την περίοδο μετά τον Ψυχρό Πόλεμο. Μια τέτοια απόφαση μπορεί να αναμένεται να πυροδοτήσει τις εθνικιστικές, αντιδυτικές και μιλιταριστικές τάσεις στη ρωσική γνώμη, να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ανάπτυξη της ρωσικής δημοκρατίας [και όλα αυτά] για να αποκαταστήσουμε την ατμόσφαιρα του Ψυχρού Πολέμου στις σχέσεις Ανατολής-Δύσης και να ωθήσουμε τη ρωσική εξωτερική πολιτική σε κατευθύνσεις που σίγουρα δεν μας αρέσουν…».
Ο Κένναν, έχοντας μάλιστα εξοργίσει πολλούς σκληροπυρηνικούς στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου για τις θέσεις του στη διαχείριση των σοβιετοαμερικανικών σχέσεων, αναρωτιόταν μα «γιατί, με όλες τις ελπιδοφόρες πιθανότητες που προέκυψαν από το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οι σχέσεις Ανατολής-Δύσης θα πρέπει να επικεντρωθούν στο ερώτημα ποιος θα συμμαχούσε με ποιον και, κατ’ ουσίαν, εναντίον ποιου σε κάποια φανταστική, εντελώς απρόβλεπτη και πιο απίθανη μελλοντική στρατιωτική σύγκρουση;» έγραφε.
Στο παρακάτω βίντεο-ντοκουμέντο του 1989, ο Κένναν καταθέτει στην Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας για τις προοπτικές επιτυχίας των μεταρρυθμίσεων Γκορμπατσόφ, το μέλλον της Ανατολικής Ευρώπης, τους εξοπλισμούς, τα ανθρώπινα δικαιώματα στην ΕΣΣΔ και το μέλλον της Γερμανίας.
Το οργισμένο τηλεφώνημα: «Δεν καταλαβαίνουν αυτοί οι άνθρωποι;»
Στις 2 Μαΐου 1998, αμέσως μετά την επικύρωση της επέκτασης του ΝΑΤΟ από τη Γερουσία, ο 92χρονος Τζορτζ Κένναν δέχτηκε τηλεφώνημα από τον δημοσιογράφο Thomas Friedman για να σχολιάσει τις εξελίξεις. Είχε πει τότε:
«Νομίζω ότι είναι η αρχή ενός νέου Ψυχρού Πολέμου. Νομίζω ότι οι Ρώσοι σταδιακά θα αντιδράσουν αρκετά αρνητικά και αυτό θα επηρεάσει τις πολιτικές τους. Νομίζω ότι είναι τραγικό λάθος. Δεν υπήρχε κανένας λόγος για αυτό. Κανείς δεν απειλούσε κανέναν άλλον. Αυτή η επέκταση θα έκανε ακόμα και τους ιδρυτές των ΗΠΑ να στριφογυρίζουν στον τάφο τους.
»Έχουμε δεσμευτεί να προστατεύσουμε μια ολόκληρη σειρά χωρών, παρόλο που δεν έχουμε ούτε τους πόρους ούτε την πρόθεση να το κάνουμε με οποιονδήποτε σοβαρό τρόπο. [Η επέκταση του ΝΑΤΟ] ήταν απλώς μια ανάλαφρη ενέργεια μιας Γερουσίας που δεν έχει πραγματικό ενδιαφέρον για τις εξωτερικές υποθέσεις. Αυτό που με ενοχλεί είναι πόσο επιφανειακή και κακώς ενημερωμένη ήταν όλη η συζήτηση στη Γερουσία. Με ενόχλησαν ιδιαίτερα οι αναφορές στη Ρωσία ως χώρα που ανυπομονεί να επιτεθεί στη Δυτική Ευρώπη.
»Δεν καταλαβαίνουν οι άνθρωποι; Οι διαφορές μας στον Ψυχρό Πόλεμο ήταν με το σοβιετικό κομμουνιστικό καθεστώς. Και τώρα γυρνάμε την πλάτη στους ίδιους τους ανθρώπους που έκαναν τη μεγαλύτερη αναίμακτη επανάσταση στην ιστορία για να καταργήσουν αυτό το σοβιετικό καθεστώς. [Την ίδια στιγμή] η δημοκρατία της Ρωσίας είναι τόσο εξελιγμένη, αν όχι και πιο εξελιγμένη, όσο οποιαδήποτε από αυτές τις χώρες που μόλις δεσμευτήκαμε να υπερασπιστούμε από τη Ρωσία. Φυσικά η Ρωσία θα αντιδράσει άσχημα και τότε [αυτοί που επέκτειναν το ΝΑΤΟ] θα πουν ότι «σας τα λέγαμε ότι τέτοιοι ήταν οι Ρώσοι πάντα» — αλλά αυτό είναι απλώς λάθος».
Ισχυροί δυτικοί στη γραμμή Κένναν
Ο Κένναν έφυγε από τη ζωή το 2005, στα 102 του χρόνια, αλλά τις προσεκτικές του αναλύσεις τις συμμερίζονταν σε μεγάλο βαθμό άλλοι παλαίμαχοι διπλωμάτες και πολιτικοί, ακόμα και οι αμφιλεγόμενοι, οι οποίοι όμως δεν μπορούσαν να αλλάξουν την πορεία των πραγμάτων.
O Χένρι Κίσινγκερ, επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ από το 1973 έως το 1977 με άρθρο του στη Washington Post το 2014 επέρριπτε ευθύνες και στην ΕΕ, η οποία έλεγε «πρέπει να αναγνωρίσει ότι η γραφειοκρατική αναβλητικότητά της και η υποταγή της στη στρατηγική στη διαπραγμάτευση της σχέσης της Ουκρανίας με την Ευρώπη, συνέβαλε στο να μετατραπεί η διαπραγμάτευση σε κρίση. Η εξωτερική πολιτική είναι η τέχνη του να υιοθετείς προτεραιότητες».
Ο Κίσινγκερ είχε ξεκαθαρίσει ότι «πολύ συχνά το ζήτημα της Ουκρανίας παρουσιάζεται σαν αναμέτρηση: είτε η χώρα θα ενταχθεί στην Ανατολή, είτε στη Δύση. Αλλά αν η Ουκρανία επιβιώσει και ευδοκιμήσει, δεν πρέπει να είναι προπύργιο της μίας πλευράς απέναντι στην άλλη». Την ίδια στιγμή η Ευρωπαίοι προωθούν γρήγορες διαδικασίες για ένταξη της Ουκρανίας στην ΕΕ, ενώ στέλνουν βαρύ οπλισμό.
Στα απομνημονεύματά του που δημοσιεύτηκαν το 2014, ο Ρόμπερτ Μ. Γκέιτς, -πρώην διευθυντής CIA, υπουργός Άμυνας επί Τζορτζ Μπους και Μπαράκ Ομπάμα- έγραψε ότι «έχει γίνει κακή διαχείριση των σχέσεων με τη Ρωσία μετά την αποχώρηση του Τζορτζ Μπους το πρεσβύτερου το 1993». Μεταξύ άλλων σφαλμάτων «οι συμφωνίες των ΗΠΑ με τη Ρουμανία και τη Βουλγαρία για εναλλαγή στρατευμάτων σε βάσεις των δύο αυτών χωρών ήταν μια περιττή πρόκληση». Ο Γκέιτς, μάλιστα, υποστήριξε ότι «η προσπάθεια να φέρεις τη Γεωργία και την Ουκρανία στο ΝΑΤΟ ήταν πραγματικά υπερβολική». Αυτή η κίνηση, υποστήριξε, ήταν μια περίπτωση «απρόσεκτης αγνόησης αυτού που οι Ρώσοι θεωρούσαν τα δικά τους ζωτικά εθνικά συμφέροντα».
Δύο χρόνια μετά, ο πρώην υπουργός Άμυνας επί Κλίντον William James Perry –μια επί τις πιο επιθετικές κυβερνήσεις μετά τον Πόλεμο του Βιετνάμ- θα έγραφε το 2016 στη Guardian:
«Τα τελευταία χρόνια, το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης μπορεί να επισημανθεί στις ενέργειες που έχει κάνει ο Πούτιν. Αλλά για τα πρώτα χρόνια πρέπει να πω ότι οι ΗΠΑ φέρουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης. Η πρώτη μας ενέργεια που μας οδήγησε πραγματικά σε κακή κατεύθυνση ήταν όταν το ΝΑΤΟ άρχισε να επεκτείνεται, φέρνοντας κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, μερικά εκ των οποίων συνορεύουν με τη Ρωσία. Εκείνη την εποχή, συνεργαζόμασταν στενά με τη Ρωσία και είχε αρχίσει να συνηθίζει στην ιδέα ότι το ΝΑΤΟ θα μπορούσε να είναι φίλος παρά εχθρός, αλλά ένιωσε πολύ άβολα που είχε το ΝΑΤΟ ακριβώς στα σύνορά της και έκανε ισχυρή έκκληση να μην προχωρήσουμε σε αυτό»
Leave a Reply