Μετά από δύο χρόνια παγώματος του κατώτατου μισθού, όπως και των σχετικών διαδικασιών προσδιορισμού του, άνοιξε ξανά η σχετική δημόσια συζήτηση και μάλιστα σε επίπεδο ΕΕ με την καθιερωση ενός ευρωπαϊκού κατώτατου μισθού στα κράτη – μέλη. Για την Ελλάδα η συζήτηση δεν είναι καθόλου ευχάριστη καθώς είναι η μοναδική ανάμεσα σε 21 κράτη – μέλη της ΕΕ με κατώτατο μισθό του οποίου η αντίστοιχη αγοραστική δύναμη καταγράφεται μειωμένη σε σχέση με το 2010.
Η πρόσφατη μελέτη του ΙΓΝΕ-ΓΣΕΕ καθιστά την αύξηση του κατώτατου μισθού ζωτικής σημασίας για τους εργαζομένους, αλλά και την οικονομία. Ωστόσο, ο βιομηχανικός και επιχειρηματικός κόσμος επιμένει για πάγωμα του κατώτατου μισθού, παρά το γεγονός ότι προστατεύει τους εργαζόμενους από αμοιβές που δεν εξασφαλίζουν αξιοπρεπή διαβίωση για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Άραγε, είναι ο σημερινός κατώτατος μισθός στην Ελλάδα, αξιοπρεπής για έναν εργαζόμενο και την οικογένειά του; Μιλώντας στο Tvxs.gr o καθηγητής μακροοικονομικής θεωρίας και πολιτικής στο ΕΚΠΑ και Επιστημονικός Διευθυντής ΙΝΕ ΓΣΕΕ Γιώργος Αργείτης είναι κάθετος: «Όχι δεν είναι, είναι κάτω από το 50% του διάμεσου μισθού πλήρους απασχόλησης, δηλαδή είναι κάτω από το όριο της απόλυτης φτώχειας». Η καταληκτική ημερομηνία για την υπογραφή της νέας υπουργικής απόφασης που θα καθορίζει το ύψος του είναι η 30ή Ιουνίου, αλλά φαίνεται ότι η πρόταση της ΙΝΕ ΓΣΕΕ για επαναφορά στα 751 ευρώ δεν βρίσκει πολλούς αρμόδιους σύμφωνους. Σχεδόν κανέναν.
Είναι ο κορονοϊός δικαιολογία;
Ένα εύλογο επιχείρημα των αρνητών αύξησης των μισθών είναι οι σοκαριστικές συνέπειες της πανδημικής κρίσης. Ωστόσο, δεν είναι και τόσο πειστικό.Όπως και η Ελλάδα, έτσι και όλες οι χώρες μέλη της ΕΕ επηρεάστηκαν από την πανδημική κρίση, παρόλα αυτά, 17 κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν ήδη αυξήσει τον ωριαίο κατώτατο μισθό από την 1/1/2021 και τρία κράτη τον διατήρησαν στο ύψος του 2020. «Αντίθετα», λέει ο διευθυντής του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ «μόνο στην Ελλάδα οι διαπραγματεύσεις αναβλήθηκαν την προηγούμενη χρονιά και ο κατώτατος μισθός εξακολουθεί να είναι παγωμένος στο ύψος του 2019. Επίσης, από τις 17 χώρες που αύξησαν τον κατώτατο μισθό το 2021, οι 14 τον είχαν αυξήσει και το 2020 σε σχέση με το 2019».
Είναι εντυπωσιακό ότι ανάμεσα στις χώρες που διατηρήσαν τον κατώτατο μισθό σταθερό, η Εσθονία και η Ισπανία, είχαν ήδη αυξήσει τον ωριαίο κατώτατο μισθό το 2020 σε σχέση με το 2019 κατά 8,1% και 5,5%. Γι’ αυτό, λοιπόν, αναρωτιέται ο κ. Αργείτης «ποια είναι άραγε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πανδημικής κρίσης της ελληνικής οικονομίας που δεν επέτρεψαν και συνεχίζουν να μην επιτρέπουν την αύξηση του κατώτατου μισθού από το 2019; Θα θέλαμε μια αξιόπιστη απάντηση από όλους εκείνους που προτείνουν να μείνει αμετάβλητος».
Αξίζει να σημειωθεί πως οι εκτιμήσεις της Κομισιόν και του ΟΑΣΑ είναι αισιόδοξες για την οικονομία το επόμενο διαστημα. Το 2021 εκτιμάται πως θα κλείσει με αύξηση του ΑΕΠ πάνω από 3% και το 2022 με πάνω από 4%. Σε αυτή την οικονομική συγκυρία «η οποιαδήποτε απόφαση για νέο πάγωμα ή για μια επικοινωνιακού τύπου “αύξηση” του κατώτατου μισθού θα ισοδυναμεί με αποκλεισμό όλου του κόσμου που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό από αυτήν την αύξηση του ΑΕΠ» διαβεβαιώνει ο κ. Αργείτης και «αυτό θα προκαλέσει αναδιανομή του εισοδήματος και όξυνση της οικονομικής ανισότητας».
Τα εργοδοτικά επιχειρήματα…
Πάντως, και το 2020, και το 2019, αλλά και το 2018 ο ΣΕΒ ήταν αρνητικός στην αύξηση του κατώτατου μισθού. Από την πλευρά τους, οι εργοδότες υποστηρίζουν δύο πράγματα: Πρώτον θα συμβάλλει στην ανεργία, διότι δεν θα μπορούν να προσλάβουν υπαλλήλους καθώς θα αιμορραγούν από τη μισθοδοσία των ήδη απασχολούμενων υπαλλήλων τους. Δεύτερον, θα μειωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας καθώς θα ανέβει η τελική τιμή των προϊόντων.
Σύμφωνα πάντως με τον καθηγητή Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Κώστα Μελά με την αύξηση του κατώτατου μισθού δεν πρόκειται να αυξηθεί η ανεργία. Το αντίθετο. Εξάλλου, όπως λέει ο ίδιος στο Tvxs.gr «μια αύξηση των μισθών αναγκάζει τους επιχειρηματίες –βιομηχανία- να πάρουν τα κατάλληλα τεχνολογικά μέτρα ώστε να απορροφήσουν αυτές τις αυξήσεις». Όσον αφορά την ανταγωνιστικότητα, ο κ. Μελάς υποστηρίζει ότι και εδώ «ο κατώτατος μισθός φαίνεται ότι δεν επηρεάζει την ανταγωνιστικότητα (μοναδιαίο κόστος εργασίας) όσο άλλες οικονομικές μεταβλητές και άλλες ενεργητικές πολιτικές που στοχεύουν στη μεταβολή της παραγωγικότητας».
Ο κατώτατος μισθός και το νομοσχέδιο Χατζηδάκη
Τόσο ο κ. Μελάς όσο και ο κ. Αργείτης επιμένουν στο κοινωνικό αποτύπωμα αυτών που συζητιούνται από κυβέρνηση και φορείς. «Οι επιχειρήσεις μπορεί να θέλουν ένα πιο χαμηλό κόστος, αλλά αυτό δεν είναι κοινωνικό αποδεκτό, καθώς οδηγεί ένα μέρος της κοινωνίας στην φτωχοποίηση. Το γεγονός ότι ο κατώτατος μισθός αλλάζει την ισορροπία μεταξύ κοινωνίας και αγοράς είναι η αιτία που ο θεσμός αυτός δεν γίνεται αποδεκτός από τον επιχειρηματικό κόσμο» λέει ο κ. Αργείτης.
Για τον ίδιο, όμως, ο κατώτατος μισθός είναι πολλά περισσότερα πράγματα από επιχειρηματικό κόστος. «Είναι το βιοτικό επίπεδο εκατοντάδων χιλιάδων εργαζομένων και των οικογενειών τους. Είναι ο καθρέφτης της κοινωνικής δικαιοσύνης. Είναι ένας προωθητικός μηχανισμός της οικονομικής ανάπτυξης με παράλληλα μείωση των ανισοτήτων, ειδικά σε οικονομίες όπου ο μηχανισμός των επενδύσεων διαχρονικά υπολειτουργεί, όπως στην περίπτωση της ελληνικής οικονομίας».
Από την πλευρά του ο κ. Κώστας Μελάς σημειώνει πως «το νομοσχέδιο Χατζηδάκη διαλύει τη διαπραγματευτική δύναμη των εργαζομένων και προχωρά σε ατομικές συμβάσεις, το κάνει για να μην έχουμε αυξήσεις μισθών. Δεν υπάρχει ΓΣΕΕ, αυτή είναι μόνο στα χαρτιά. Μην έχουμε αυταπάτες. Όταν διαλύεις τη θεσμική προστασία και τη δυνατότητα στον ένα συνεταίρο που βρίσκεται σε πιο αδύναμη θέση, -διαλυμμένα συνδικάτα, υψηλή ανεργία- και δεν του δίνεις τη δυνατότητα για μια συλλογική διαπραγμάτευση, επί της ουσίας, προσβλέπεις στο μην αυξηθούν οι μισθοί μέσω διαπραγμάτευσης» λέει ο κ. Μελάς.
«Η ελληνική επιχειρηματική τάξη είναι νεοφιλελεύθερη μέχρι το κόκκαλο, έχει πολύ συγκεκριμένη ιδεολογική, τυφλή, αντίληψη. Αυτοί νομίζουν ότι αν αποκτήσουν περισσότερα κέρδη στη συνέχεια θα τα επενδύσουν και έτσι, λένε, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας. Ε, δεν θα το κάνουν, όπως δεν το κάνανε και το 2011-2018», καταλήγει ο καθηγητής Οικονομικών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Πηγή: TVXS
Leave a Reply