Αρκετά χρόνια πριν, είχα την τύχη να μου προταθεί να συμμετέχω σε μια φιλόδοξη έρευνα σχετικά με την ένταξη της Ελλάδας στην ΕΟΚ, με αφορμή την επερχόμενη επέτειο των 40 ετών από την ένταξη. Ήταν μια αποστολή που θα βασιζόταν σε διάφορες ελληνικές και ευρωπαϊκές πηγές που δεν τις είχε δει μάτι ερευνητή σε Ελλάδα και Ευρώπη. Η ζωή τα έφερε έτσι, που το αποτέλεσμα εκείνης της -αρχικά δυναμικής- ομαδικής προσπάθειας, σημαντικότατο μέρος της οποίας συνδέθηκε με τα ανεξερεύνητα αρχεία του ελληνικού υπουργείου Εξωτερικών την περίοδο 2014-2016, δεν βγήκε ποτέ στο κοινό, δεν έχει δημοσιευτεί.
Ωστόσο, στοιχεία, πληροφορίες ακόμα και καλές ιδέες για έρευνες, ρεπορτάζ ή μια ωραία ιστορία, μπορεί κανείς να αλιεύσει τυχαία. Μπορεί, για παράδειγμα, κανείς να μεταφερθεί στον προορισμό του με ταξί και να ακούσει μια καλή πληροφορία από τον οδηγό εκεί που δεν το περιμένει. Δίχως να χρονοτριβήσω, το παρόν βιβλίο είναι κάτι τέτοιο για μένα.
Στη διάρκεια εκείνης της ανεκπλήρωτης δουλειάς, συναντούσα συνεχώς μπροστά μου ονόματα Τούρκων πολιτικών, το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών, τις λέξεις «Τουρκία», «Άγκυρα» κτλ. Κατάλαβα την έντονη ανησυχία των συντακτών εκείνων των εγγράφων για την Τουρκία, και αυτό από μόνο του ήταν μια νέα έρευνα, ένα «λαβράκι» αν μιλούσαμε με δημοσιογραφικούς όρους: Καθώς κοσκίνιζα χιλιάδες έγγραφα, ξεχώρισα εκείνα που άρχισαν να διαμορφώνουν ξανά όλο και πιο καθαρά το κλίμα και τις μυρωδιές της δεκαετίας του 1970 και τον τρόπο που η Τουρκία των Ετσεβίτ, Ντεμιρέλ, και δικτάτορα Εβρέν ενεργοποιήθηκε για να «αναχαιτίσει», ακόμα και να αξιοποιήσει, την ελληνική ένταξη στην ΕΟΚ. Το σημαντικότερο, είδα από πρώτο χέρι την ματιά και τους φόβους των Ελλήνων έναντι της Τουρκίας κατά την ριψοκίνδυνη «επέλαση» της Ελλάδας προς την Κοινότητα, αλλά και την σκοτεινή πλευρά των Κοινοτικών, κόντρα στις δηλώσεις μέρους των ελίτ της εποχής «περί εξασφάλισης».
Οι πηγές μου
Έτσι, φρόντισα, να συγκεντρώσω εκείνες την πληροφορίες που συνέδεαν ΕΟΚ-Ελλάδα-Τουρκία, από την περίοδο των τελευταίων χρόνων της Χούντας (αρχές δεκαετίας 1970) μέχρι τα πρώτα χρόνια της διακυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ (αρχές δεκαετίας 1980), ώστε να δω πού θα οδηγούσε. Δεν υπήρξε κάποιος στόχος εξαρχής να αποδείξω κάτι, αλλά προέκυψε ως ανάγκη, καθώς τα έγγραφα και τα δεδομένα που εντόπισα ήταν πραγματικά ένας θαμμένος θησαυρός, δύσκολο να «ανασυρθεί». Έτσι, ξεσκόνισα τα αρχεία δύο πρεσβειών, του Λονδίνου και των Βρυξελλών, που η κάθε μία είχε την σημασία της: Η μεν πρεσβεία του Λονδίνου ήταν σημαντική –και αρχειοθετημένη- λόγω του Ηνωμένου Βασιλείου και της παραδοσιακής σημασίας του στην ελληνική πολιτική από ιδρύσεως ελληνικού κράτους. Η δε πρεσβεία των Βρυξελλών είναι, φυσικά, η πλέον σημαντική καθώς συγκέντρωνε ίσως το 100% των σκέψεων και των πρωτοβουλιών όλης της ελληνικής διπλωματίας όσον αφορά την προσπάθεια της Ελλάδα να γίνει κράτος μέλος της ΕΟΚ. Υπήρχε και ένα άλλο πλεονέκτημα στους συγκεκριμένους φακέλους: Από τις συγκεκριμένες πρεσβείες περνούσαν τηλεγραφήματα και έγγραφα από όλες τις άλλες πρεσβείες της χώρας που σχετίζονταν με την ένταξη και την Τουρκία, οπότε είναι σε μεγάλο βαθμό αντιπροσωπευτικό το υλικό.
Ωστόσο, τα χιλιάδες έγγραφα της πρεσβείας των Βρυξελλών ήταν και τα πιο δύσκολα καθώς εκείνη την περίοδο, από πλευράς διερεύνησης, ήταν ακόμα σε κούτες, μη ταξινομημένα. Μάλλον ήμουν ο πρώτος που θα τα έβλεπε από τότε. Γι’ αυτό υιοθέτησα, σε μερικά σημεία, τόσο την παλιά όσο και την καινούργια αρχειοθέτηση/ταξινόμηση –καθώς πλέον είναι πιο εύκολα προσβάσιμα και αρχειοθετημένα- για να διευκολύνω εκείνες και εκείνους που θα ήθελα να ερευνήσουν περισσότερο. Εξάλλου το παρόν βιβλίο το βλέπω σαν μια εισαγωγή και όχι τόσο ως συμπλήρωμα, γι΄αυτό και είναι σύντομο. Δεδομένων, λοιπόν, και των περιοριστικών κανονισμών του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου, έπρεπε να πληκτρολογήσω χιλιάδες έγγραφα –όσα μπορούσα τα φωτοτύπησα- για να μπορώ να τα μελετήσω. Γι’ αυτό και η έρευνα διήρκεσε χρόνια με τακτικές επισκέψεις στα αρχεία –ειδάλλως θα μου έπαιρνε αρκετά χρόνια- στα οποία είχα την τύχη να βοηθηθώ από τον Γιώργο Πολυδωράκη, που σήμερα είναι προϊστάμενος του Διπλωματικού και Ιστορικού Αρχείου.
Πέραν, όμως, των πηγών του υπουργείου Εξωτερικών, αναζήτησα να «βουτήξω» στο προσωπικό αρχείο του τότε αρμόδιου υπουργού για τα θέματα της ΕΟΚ Γιώργου Κοντογεώργη, που βρίσκεται στο Ίδρυμα «Κωνσταντίνος Γ. Καραμανλής», του οποίου οι άνθρωποι -και ειδικά ο υπεύθυνος του Ιστορικού Αρχείου Χρήστος Αναστασίου- ήταν ιδιαίτερα εξυπηρετικοί. Σημαντικό τμήμα της έρευνας ήταν και η αξιοποίηση ελληνικού και –ειδικά- σπάνιου διεθνούς Τύπου της εποχής (ΕΟΚ, Τουρκίας, ΗΠΑ, ΕΣΣΔ). Τέλος, δεδομένου του χρόνου που είχα, επιχείρησα κάποιες συνεντεύξεις με συγκεκριμένους ανθρώπους (πολιτικούς, ειδικούς, μάρτυρες κτλ.) που θα μου έδιναν απαντήσεις, τους οποίους θα συναντήσουμε στη συνέχεια και τους ευχαριστώ θερμά για τον χρόνο τους. Μετά από όλα αυτά, στη διαχείριση όλου αυτού του πληροφοριακού υλικού, προσπάθησα όσο μπορούσα να τιθασεύσω όσο καλύτερα γινόταν τα ντοκουμέντα.
Βγάζοντας το περιτύλιγμα
Μετά το μάζεμα του υλικού, ήρθε το συμμάζεμα ώστε να γίνει φιλικό στον κόσμο. Έτσι, το κομμάτιασα, απομόνωσα εκείνες τις πληροφορίες που συνέθεταν θεματικές, τις οποίες θεώρησα ότι θα ήταν πιο ενδιαφέρουσες και ζουμερές. Τα συμπύκνωσα και τα παρουσίασα ωσάν να ήταν περίπου ρεπορτάζ της εποχής με την γνώση που αποκτήθηκε εκ των υστέρων. Οπότε, το έντυπο δεν θα έχει τόσο την κλασική ροή των κεφαλαίων ενός βιβλίο, αλλά το κάθε ρεπορτάζ θα έχει ως έναν βαθμό την αυτοτέλειά του, ώστε να γίνουν πιο εύληπτα στον αναγνώστη που δεν έχει ίσως εξοικείωση με την εποχή και τα συγκεκριμένα γεγονότα. Κάθε ρεπορτάζ θα συνοδεύεται από σπάνιες φωτογραφίες πρωταγωνιστών της εποχής που έψαξα ενδελεχώς στις αρμόδιες οπτικοακουστικές υπηρεσίες της Κομισιόν και του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, τις οποίες και ευχαριστώ. Έστω και 1 ή 2 ρεπορτάζ να μείνει στον καθένα και να τον ιντριγκάρει θα είναι σημαντικό.
Σε αυτό το ξεδίπλωμα και απόδοση του σκονισμένου περιτυλίγματος οφείλω να ευχαριστήσω ιδιαίτερα τον Αντώνη Παπαγιαννίδη -βαθύ γνώστη του θέματος μέσα και έξω- που του χτύπησα την πόρτα ζητώντας από τον χρόνο του. Οι ανεκτίμητες συζητήσεις μας και οι πραγματικά to the point πολύτιμες παρατηρήσεις του με βοήθησαν πάρα πολύ. Φυσικά, από το «στόχαστρο» των ευχαριστηρίων δεν θα μπορούσαν να ξεφύγουν οι εκδόσεις «Ποιότητα» και ειδικά η Βασιλική Γυφτάκη που αγκάλιασαν μια έρευνα ετών και μετά από αρμονική συνεργασία μας, την παρουσιάζουν σήμερα με την εξαιρετική αυτή μορφή.
Δίχως άλλη χρονοτριβή, θέλω να αναφέρω ότι ήταν μια δουλειά που δεν χρηματοδοτήθηκε από κανέναν φορέα, ενώ πραγματοποιήθηκε παράλληλα με άλλες δραστηριότητες, δίχως να έχω την πολυτέλεια ελεύθερου –κυρίως πνευματικά- χρόνου. Κοντολογίς, δεν ήταν διόλου εύκολο. Ωστόσο, ο σκοπός ήταν να βγάλω από τη «ζελατίνη» της δεκαετίας του 1970 την ένταξη στην ΕΟΚ- και να την φέρω «προς χρήση» στον κόσμο και περισσότερο σε εκείνους που δεν ενημερώθηκαν ποτέ, αλλά πρέπει. Πρέπει, διότι, θα ήταν πιο δίκαιο, εάν θέλει (ή την έκαναν να θέλει), μια δημοκρατική κοινωνία να «ανήκει» κάπου ντε και καλά, νομιμοποιείται να γνωρίζει τον τρόπο και τους όρους που αυτό γίνεται, ειδάλλως τείνει να πλησιάσει ένα καθεστώς που η πεφωτισμένη κεφαλή αποφασίζει με καλοπροαίρετη –ενίοτε- αυθαιρεσία και στην πορεία «τιμωρεί» όποιον λοξοδρομεί.
Leave a Reply